H αγροτική επιχειρηματικότητα, ένας όρος που στην Ελλάδα έγινε της «μόδας» τα τελευταία τρία χρόνια, από τη μία κυοφορεί τις ελπίδες και τις προσπάθειες για αναγέννηση του πρωτογενούς τομέα, από την άλλη περιβάλλεται από δεκάδες μύθους, συντηρουμένους εν μέρει από τα ΜΜΕ, που κυρίως σχετίζονται με τις φουσκωμένες στρεμματικές αποδόσεις διάφορων καλλιεργειών και με τις θαυματουργές εξαγωγές. Από απολυμένους, που αποφάσισαν να επιστρέφουν στο χωριό για να αξιοποιήσουν τα παρατημένα οικογενειακά χωράφια, μέχρι επαγγελματίες «εξαφανισμένων» κλάδων, π.χ. εργολάβους, η ελληνική γη, με τις ελλιπείς υποδομές και τα σημαντικά περιβαλλοντικά προβλήματα που δημιούργησαν οι κακές γεωργικές πρακτικές, υποδέχεται απότομα ένα κύμα ανθρώπων που αναζητούν την τύχη τους στη γεωργία και τη μεταποίηση αγροτικών προϊόντων. Υπάρχει περίπτωση, μέσα από αυτήν τη...
στροφή στον αγρό, να προκύψουν αγροτικοί επιχειρηματίες και μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που μελλοντικά θα αποτελέσουν τη ραχοκοκαλιά της εθνικής οικονομίας, ή όλος αυτός ο ενθουσιασμός θα καταλήξει σε μία ακόμη «φούσκα»;

Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, την περίοδο 2007-2013, 8.155 άτομα, έως 40 ετών, εντάχθηκαν στο πρόγραμμα νέων αγροτών. Το ενθαρρυντικό είναι πως αυτή η καινούργια αγροτική τάξη, που φαίνεται σταδιακά να διαμορφώνεται, έχει σαφώς διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά από τις προηγούμενες γενιές. Όπως προκύπτει από έρευνα της Αμερικανικής Γεωργικής Σχολής για το 2012, σε δείγμα 1.058 ατόμων στο νομό Θεσσαλονίκης, οι νέοι αγρότες είναι κατά μέσον όρο 12 χρόνια νεότεροι, κατέχουν πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσής χειρίζονται το Διαδίκτυο, αναγνωρίζουν την αξία της ποιότητας στην παραγωγή πρώτηs ύλης και, το βασικότερο, προσεγγίζουν τη γεωργία επιχειρηματικά. Βέβαια, η αγροτική επιχειρηματικότητα σίγουρα δεν ταιριάζει σε όλους. Εκτός από το ότι κρύβει πολλές παγίδες, καθώς η φύση είναι απρόβλεπτη, προϋποθέτει και την εκ βάθρων αλλαγή της αστικής νοοτροπίας.

Γεωργία δεν γίνεται με τηλεχειριστήριο»

Το Κέντρο Αγροδιατροφικής Επιχειρηματικότητας της ΑΓΣ, το οποίο ξεκίνησε πέρυσι με στόχο να αναδείξει επιχειρηματικές ιδέες ατόμων που επιθυμούν να σταδιοδρομήσουν στην αγροτική παραγωγή - μεταποίηση, περιλαμβάνει σεμινάρια κατάρτισή οικονομικού σχεδίου, αξιολόγησής της αποδοτικότητάς του και βασικών αρχών ίδρυσης μιας μικρομεσαίας αγροδιατροφικής επιχείρησής. Όμως, το πρώτο μάθημα δεν έχει καμία σχέση με όλα αυτά. «Η μετάβαση στον αγρό απαιτεί μεγάλες θυσίες, τις οποίες οι συμμετέχοντες συνήθως αγνοούν. Πρέπει να προσαρμοστούν στα ωράρια της φύσης και να ξεχάσουν τον αστικό τρόπο ζωής. Γεωργία δεν γίνεται με τηλεχειριστήριο», ξεκαθαρίζει ο Βαγγέλης Βέργος, διευθυντής του κέντρου.
Το δεύτερο πράγμα που διδάσκονται είναι να προσανατολιστούν στον αγροδιατροφικό τομέα και όχι να περιορι­στούν στην αγροτική παραγωγή. «Και την πιο ποιοτική πρώτη ύλη να παράγεις, αν δεν βρεις τρόπους να τη μεταποιήσεις, το κέρδος σου θα έχει μικρό “ταβάνι”. Γι’ αυτό, παροτρύνουμε του3 σπουδαστές να επεξεργάζονται ιδέες που σχετίζονται με την αγροδιατροφή, η οποία αναμφισβήτητα είναι το μέλλον της γεωργίας. Από τον αγρό στο πιάτο, εκεί βρίσκεται πλέον το “κλειδί” της επιτυχίας, και ας είναι οι ποσότητες περιορισμένες. Δεν αργεί ο καιρός που οι αγρότες θα παράγουν συγκεκριμένα τρόφιμα για ειδικές ομάδες πληθυσμών, όπως για παράδειγμα το αλεύρι χωρίς γλουτένη, καταλήγει.

Οι απελπισμένοι και τα γκότζι μπέρι.

Κάτι άλλο που πρέπει να έχουν υπόψη όσοι θέλουν να γίνουν επιχειρηματίες του αγρού, είναι να καταστρώνουν βιώσιμα οικονομικά πλάνα, τα οποία θα βασίζονται σε ενδελεχή έρευνα για την καλλιέργεια με την οποία θα ασχοληθούν. «Τα άτομα που έρχονται σ’ εμάς είναι συνήθως απελπισμένα και βιάζονται να βγουν από το αδιέξοδό τους. Τις προάλλες, με επισκέφτηκε ένας οδηγός ντελίβερι που ήθελε να φτιάξει κρασί χωρίς να έχει καμία ιδέα από αμπέλια, Προφανώς τον απέτρεψα, μου λέει! ο κ. Νίκος Χαραλάμπους, υπεύθυνος  ενημέρωσης νέων αγροτών στη Γενική Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας Θεσσαλονίκης.
Γνωρίζοντας ότι αξιολογεί τους φακέλους που υποβάλλονται για ένταξη στα προγράμματα ενίσχυσής τον ρωτάμε πόσο επηρεάζονται οι άνθρωποι από τα ΜΜΕ. «Οι περισσότεροι ακούν για τις επιδοτήσεις νέων αγροτών και νομίζουν πως μοιράζουμε χρήματα. Άλλοι έρχονται με φουσκωμένα μυαλά από τις απίθανες αποδόσεις που διάβασαν στο Διαδίκτυο και πιστεύουν ότι θα πλουτίσουν αν σπείρουν γκοτζι μπέρι ή ιπποφαές. Τους συνιστούμε προσοχή και εγκράτεια. Εμάς μας ενδιαφέρει να δημιουργούμε επιτυχημένες θέσεις εργασίας, όχι ευκαιριακές απασχολήσεις». Απαραίτητη προϋπόθεση για την ένταξη στο πρόγραμμα των νέων αγροτών (επιδότηση έως 17.500 ευρώ), πέραν των ηλικιακών και γεωγραφικών περιορισμών, είναι η σύνταξη ενός βιώσιμου σχεδίου με ορίζοντα δεκαετίας (κοστίζει κατά μέσον όρο 1.000 ευρώ και το συντάσσει ιδιώτης γεωπόνο3). Το εγχείρημα δεν είναι απλό, αν υπολογίσει κανείς ότι το διάστημα 2010-2013 εξακόσιοι δικαιούχοι δεν μπόρεσαν να ανταποκριθούν και απεντάχθηκαν.
Πάντως, ακόμη και για όποιους δεν αποζητούν την κρατική ενίσχυση, το στοίχημα της διάρκειας πρέπει να κερδηθεί. «Το οικονομικό σχέδιο δεν σου εξασφαλίζει την επιτυχία. Μπορεί να ξοδέψει 1.500 ευρώ απλώς για να διαπιστώσει ότι το κόστος  παραγωγής είναι πολύ πάνω από τα αναμενόμενα έσοδα. Κέρδος είναι και αυτό, σε γλιτώνει από το στραπάτσο», σημειώνει ο Φίλιππος Παπαδόπουλος, οικονομολόγος και διευθυντής στο Κολέγιο «Περρωτή3». «Δεν θα πρότεινα σε κανέναν να ξεκινήσει κάτι αν δεν υπάρχει ένας σταθερός μισθός στην οικογένεια. Μικρομεσαίos επιχειρηματίας, που στέκεται μόνο στο πόδι της επιχειρηματικότητας, δεν συγκεντρώνει πολλές πιθανότητες επιβίωσή. Τι θα κάνει στην πρώτη στραβή;»

Δεν αργεί ο καιρός που οι αγρότες θα παράγουν συγκεκριμένα τρόφιμα για ειδικές ομάδες πληθυσμών, όπως το αλεύρι χωρίς γλουτένη.»


Βιοπορισμός στο πατρικό κτήμα μέχρι τη σύνταξη

Το 2010, η 53χρονη Κυριακή Καραγκιολίδου, αδυνατώντας να αντεπεξέλθει στην υψηλή φορολογία, αποφασίζει να κλείσει το κατάστημα παιδικών ρούχων στον Άγιο Αθανάσιο Θεσσαλονίκης και να βιοποριστεί από το πατρικό αγρόκτημα, συνολικής έκτασης 5,5 στρεμμάτων.
Αφού παρακολούθησε σεμινάρια αρωματικών φυτών και πτηνοτροφίας στο Κολλέγιο «Περρωτής» (28 ώρες/260 ευρώ ανά κύκλο), οργάνωσε μεθοδικά την αυγοπαραγωγή της. «Επέλεξα να ασχοληθώ με τα χωριάτικα αυγά ελευθέρας βοσκής, διότι πίστευα ότι η βιολογική αγορά βρισκόταν σε κάμψη. Ο μέσος Έλληνας πλέον δεν μπορεί να δώσει μισό ευρώ για ένα αυγό», υποστηρίζει η ίδια. Τρία χρόνια μετά, αισθά­νεται δικαιωμένη. Παράγει ημερησίως περίπου 200 χωριάτικα αυγά με την επωνυμία «Βίο Terra», τα οποία διαθέτει σε γνωστή αλυσίδα φούρνων της Θεσσαλονίκης. Όσα περισσεύουν τα εμπορεύεται στη λιανική, μαζί με τα λαχανικά του μπαξέ της και τις πίτες που φτιάχνει. Μπορεί να μην πλούτισε, όμως εξασφάλισε έναν ρεαλιστικό τρόπο επιβίωσης για τα χρόνια μέχρι να έρθει σε ηλικία σύνταξης.

Πώς στέλνεις λάδι στη Γερμανία;

Οι περισσότεροι παραγωγοί ονειρεύονται ότι θα ταξιδέψουν τα προϊόντα τους σε όλο τον κόσμο, αγνοώντας ουσιώδη προαπαιτούμενα. «Κατ’ αρχάς, για να συνεργαστείς με εθνική αλυσίδα σούπερ μάρκετ στη Γερμανία, όπως  η Lidl και η Aldi, πρέπει να έχεις μεγάλη παραγωγή (η ελάχιστη ποσότητα για έναν οινοποιό αγγίζει τα 200.000 μπουκάλια ετησίως)», εξηγεί ο Γερμανός Ραλφ Ούρμπαν, ιδιοκτήτη της Wine and nature, μιας εταιρείας στο Αμβούργο που συνεργάζεται με Έλληνες οινοπαραγωγούς. «Δεύτερον, τα περιθώρια κέρδους, αν δεν έχεις βιομηχανική παραγωγή, είναι εξαιρετικά συμπιεσμένα. Η ακριβότερη φιάλη στα μαζικά σουπερμάρκετ δεν ξεπερνάει τα 4,5 ευρώ. Γι’ αυτό, εγώ θα συνιστούσα καταστήματα που ενδιαφέρονται περισσότερο για τη γαστρονομία, όπως είναι η Metro ή μικρότερα ντελικατέσεν εκεί οι τιμές είναι ανάλογες της ποιότητας των προϊόντων».
Επίσης απαιτείται μια σημαντική επένδυση στα κανάλια διανομή και στην προώθηση του προϊόντος. «Για να σε συμπεριλάβει η Metro στη λίστα της, ζητάει 5.000 ευρώ σαν εγγύηση. Αν το προϊόν σου δεν “τραβήξει” το πρώτο εξάμηνο, το βγάζει από το ράφι και δεν σου επιστρέφει τα χρή­ματα. Επιπλέον, κάθε χρόνο επιβαρύνεσαι το λιγότερο με 15.000 ευρώ για προωθητικές κινήσεις. Όσο περισσότερα ξοδέψει στην προβολή, τόσο καλύτερα για σένα. Αλλιώς το μπουκάλι σου θα συνωστίζεται στο τελευταίο ράφι και δεν θα του δίνει σημασία κανείς», σημειώνει ο Ραλφ. Συν τοις άλλοις, στα έξοδα πρέπει ακόμη να υπολογιστούν η αμοιβή της μεταφορικής εταιρείας και το υψηλό ποσοστό του εισαγωγέα (μ.ό. 30% επί του τζίρου), τον οποίο είναι δύσκολο να αποφύγετε - τουλάχιστον στην αρχή.
Μια εξαιρετική πρώτη ύλη δεν συνεπάγεται ότι θα ανοίξουν διάπλατα οι αγορές του εξωτερικού. «Το πιο βασικό είναι να πραγματοποιήσει έρευνα αγοράς και κατόπιν να εξασφαλίσει τη διανομή. Αν δεν έχεις μελετήσει σε βάθος τις καταναλωτικές συνήθειες του κοινού που σκοπεύει να προσεγγίσει, δεν θα μπορέσει να δημιουργήσει το χαρακτήρα του προϊόντος σου», εξηγεί ο Δημήτρης Ανδρέου, ιδιοκτήτης της εταιρείας επικοινωνίας New Communication στη Θεσσαλονίκη, η οποία εξειδικεύεται στο σχεδίασμό και στην προώθηση αγροτικών προϊόντων. «Κέντρο σου πρέπει να είναι ο πελάτης, όχι εσύ. Είναι απίθανο να αγοράσει ο ξένος το προϊόν σου, ακόμη και αν είναι έξτρα παρθένο ελαιόλαδο, αν δεν μπορεί να προφέρει την επωνυμία του, που είναι το οκτασύλλαβο επώνυμο του παραγωγού».

Τι (θα) κάνει το υπουργείο

Το... στοιχειωμένο Ταμείο Αγροτικής Επιχειρηματικότητας, που στο παρελθόν είχε εξαγγελθεί από πολλούς υπουργούς και ακόμα δεν έχει δημιουργηθεί, αναμένεται να λειτουργήσει εντός Νοεμβρίου. Σκοπός του είναι η παροχή χαμηλότοκων δανείων σε αγρότες που επενδύουν σε σχέδια βελτίωσης, σε όσους ασχολούνται με τη μεταποίηση και σε ιδιώτες που επενδύουν στον αγροτικό τομέα.
«Κύρια πολιτική μας είναι να ενισχύσουμε στην πράξη τον τομέα της έρευνας και της καινοτομίας με δράσεις και προγράμματα», σημειώνει ο υπουργός κ. Αθ. Τσαυτάρης. «Το επόμενο διάστημα ξεκινάμε νέα δράση εκπαίδευσης των υποψήφιων αγροτών, ύψους 20 εκατ. ευρώ, για την εκπαίδευση και την επιμόρφωσή τους σε νέα είδη και ποικιλίες ή φυλές ζώων, για καλύτερη αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων που προσφέρει η βιοποικιλότητα της χώρας μας, σε συνδυασμό με τη μόρφωση, την κατάρτιση και τις νέες τεχνολογίες». Επιπλέον, προκειμένου να μειωθεί η «διαρροή» στο εξωτερικό αξιόλογου επιστημονικού προσωπικού, το υπουργείο θα προχωρήσει στην πρόσληψη 100 ερευνητών -60 έως το τέλος του 2013 και άλλων 40 το 2014 στον ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ-, που θα απασχοληθούν στους τομείς της εφαρμοσμένης έρευνας και καινοτομίας στον αγροδιατροφικό τομέα.

«Είναι απίθανο να αγοράσει ο ξένος το προϊόν σου αν δεν μηορεί να προφέρει την επωνυμία του, που είναι το οκτασύλλαβο επώνυμο του παραγωγού.»


Στο τελευταίο στάδιο μιας μεγάλης επένδυσης

Οι αδελφοί Λεωνίδας και Γιάννης Μουχλιάρης, 27 και 24 χρόνων αντίστοιχα, με καταγωγή από τα Γιαννιτσά, επέλεξαν το 2010 να επενδύσουν το πατρικό κεφάλαιο, ύψους ευρώ, στην παραγωγή βιολογικού ελαιολάδου. Αγόρασαν 70 στρέμματα στους πρόποδες του Πάικου, φύτε­ψαν 2.000 ελιές και φέτος έβαλαν μπρος να στήσουν ένα μικρό τυποηοιητήριο. Ο προϋπολογισμός του αγνίζει τις ευρώ, ενώ το 40% της επένδυσης επιδοτείται από τον αναπτυξιακό νόμο. Επειδή η περιοχή τους δεν φημίζεται στο εξωτερικό για το λάδι της και μέχρι να αποκτήσουν πλήρη παραγωγή από τις δικές τους ρίζες που θα διαθέτουν στην τοπική αγορά-, επέλεξαν έναν ελαιοπαραγωγό στη δι­άσημη για το λάδι της Μεσσηνία, «έκλεισαν» μια ποσότητα το χρόνο, απέκτησαν επαφές στις ΗΠΑ και ανέθεσαν στον Δημήτρη Ανδρέου και τη New Communications τη δημιουργία του brand. Το λάδι «Oleus» από την ερχόμενη άνοιξη θα διατίθεται στην Αμερική. Αν και η επωνυμία δεν σημαίνει τί­ποτα, είναι σύντομη, εύηχη και ευανάγνωστη και παραπέμπει σε κάτι μεσογειακό. Η λιτή μαύρη ετικέτα στο μπου­κάλι προσδίδει εκλεπτυσμένο χαρακτήρα. Τα δύο αδέλφια έχουν υπολογίσει ότι με τα χρήματα των εξαγωγών θα έχουν τη δυνατότητα να χρηματοδοτούν τις ελιές τους και να κάνουν απόσβεση στο κεφάλαιο που επένδυσαν. «Κινούμαστε σε δύο κατευθύνσεις για να μοιράσουμε το επιχειρηματικό ρίσκο. Σχεδιάσαμε διαφορετικές στρατηγικές για τα προϊόντα μας, τις οποίες ακολουθούμε κατά γράμμα. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε σε δύο-τρία χρόνια να ζούμε από τις ελιές», αναφέρει ο Λεωνίδας.


Ο 31χρονος γεωπόνος Αλέξανδρος Παναγόπουλος και ο 22χρονος φίλος του Θέμις Αγαθόπουλος, ο οποίος σπουδάζει Γεωργία Ακρίβειας στην ΑΓΣ, τον περασμένο Φεβρουάριο ίδρυσαν στο Κιλκίς την Althemis, μια εταιρεία παραγωγής και εμπορίας αρωματικών φυτών. Έχοντας υπόψη τις ιστορίες πολλών επιτυχημένων καλλιεργητών, το εύλογο ερώτημα είναι αν ο συγκεκριμένος κλάδος έχει κορεστεί. «Του

ναντίον, χώρα αρχίζει και αναπτύσσεσαι. Αγορές όπως η Αυστραλία, η Αγγλία και η Αμερική ζητούν συνεχώς προϊόντα αρωματικών φυτών. Ήδη είχαμε τις πρώτες προτάσεις για συνεργασία στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, όπου συμμετείχαμε με δικό μας περίπτερο», απαντά ο Αλέξανδρος. Στο φυτώριο που διατηρεί πειραματίζεται με διάφορα είδη, μεταξύ των οποίων η Λουΐζα και η καλέντουλα, για να αποφασίσουν χι θα παράνουν οι ίδιοι στα 35 στρέμματα που διαθέτουν και χι θα εμπορεύονται. Έχουν αρχίσει συνεργασίες με βιολογικούς παραγωγούς και πανελλαδικά με δέκα καταστήματα. Οι πρώτες πωλήσεις τούς επιτρέπουν να καλύπτουν χα λειτουργικά έξοδα και να πληρώνουν τις ασφαλιστικές τους εισφορές. Βήμα - βήμα, σχεδιάζουν την αύξηση της παραγωγής, η οποία θα χους βοηθήσει να πιστοποιηθούν με HASP. «Στόχος μας είναι σε τρία χρόνια να κερδίζουμε 1.000 ευρώ το μήνα ο καθένας και να επεκταθούμε στις εξαγωγές», λέει ο Θέμις

πηγή: KourentaGate